Τσεριμόγια δένδρο - Annona Cherimolia
Η Annona cherimolia (Τσεριμόγια ή Τσιριμόγια) είναι ένα ταχέως αναπτυσσόμενο, ημιαειθαλές τροπικό δέντρο, αλλά οι διακλαδώσεις του ξεκινούν από χαμηλά. Το τελικό ύψος της κυμαίνεται από 5-9 m με τους νέους βραχίονές να είναι σκούρου χρώματος και τριχωτοί. Τα φύλλα είναι μονά και εναλλασσόμενα, με τριχωτούς μίσχους, έχουν σχήμα ωοειδες-λογχοειδή, και καταλήγουν σε μύτη στην κορυφή. Η επάνω επιφάνειά τους είναι σκούρα πράσινη και ελαφρώς τριχωτή και βελούδινη η κάτω πλευρά. Τα φύλλα της τσιριμόγιας έχουν σύντομη φυλλόπτωση (λίγο πριν την ανθοφορία την άνοιξη). Τα αρωματικά της άνθη είναι μονά ή σε ομάδες των 2 ή 3 ανθέων με τριχωτό μίσχο και εφανιζονται κατά μήκος των κλαδιών. Ο τελικός καρπός είναι κάπως κωνικός ή σε σχήμα καρδιάς, με 10-20 cm. μήκος και 8-10 cm πλάτος, και βάρος απο 150-500 gr. Η φλούδα του καρπού είναι λεία ή ελαφρώς σπυρωτή ή καλύπτεται από προεξοχές και όταν ανοίγει αποκαλύπτει τη λευκή χυμώδη σάρκα του, με ευχάριστο άρωμα και υπόξυνη γεύση. Περιέχει επίσης πολλά σκληρά, καφέ ή μαύρα, γυαλιστερά κουκούτσια μήκους 2 cm. Μερικοί θεωρούν ότι το άρωμα του καρπού είναι σαν μείγμα από μπανάνα, ανανά, παπάγια, ροδάκινο, και φράουλα. Όταν ωριμάσει ο καρπός η φλούδα είναι πράσινη και λεπτή, αφαιρείται εύκολα με ελαφριά πίεση, και μοιάζει με του αβοκάντο.
Η Cherimoya είναι υποτροπικό και ήπια εύκρατο δέντρο και δεν του αρέσουν οι πεδινές τροπικές περιοχές. Απαιτεί μεγάλης διάρκειας ημέρες όπου η θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 17-25 οC το καλοκαίρι και 5-18 oC το χειμώνα. Η Τσιριμόγια μπορεί να αντέξει σε ελαφριούς παγετούς μέχρι μια θερμοκρασία -3 οC, αλλά λίγοι βαθμοί χαμηλότερα μπορεί να τραυματίσουν σοβαρά ή να νεκρώσουν ακόμα και ώριμα δέντρα. Το δέντρο ευδοκιμεί γενικά σε όλες τις τροπικές χώρες, σε υψόμετρο από 1.300 έως 2.000 μέτρα. Αν και είναι ευαίσθητο στον παγετό, χρειάζεται περιόδους ψυχρής θερμοκρασίας, γιατί διαφορετικά το δέντρο θα πέσει σταδιακά σε αδράνεια. Στην περιοχή της Μεσογείου, καλλιεργείται κυρίως στη νότια Ισπανία, στην νότια Ιταλία και στην Πορτογαλία αλλά τώρα τελευταία τη συναντάμε επίσης στο Μαρόκο, την Τυνησία, το Λίβανο, την Αίγυπτο, την Κύπρο και το Ισραήλ. Καλλιεργείται επίσης στην Ταϊβάν, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Στην Ελλάδα η τσεριμόγια έχει καλλιεργηθεί και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητική παραγωγή και να εξασφαλισθεί ικανοποιητικό γεωργικό εισόδημα στις κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας μόνο. Η τσεριμόγια στην Ελλάδα δεν αποκτά μεγάλο μέγεθος και χάνει μεγάλο μέρος από τα φύλλα της στα τέλη χειμώνα με αρχές της άνοιξης, πριν την έκπτυξη των νέων οφθαλμών. Ο καρπός έχει σχήμα κωνικό έως ωοειδές και συνήθως ζυγίζει 150-500 gr. Η σταυρεπικονίαση των ανθέων είναι απαραίτητη και εξασφαλίζεται με τη συγκαλλιέργεια συμβατών ποικιλιών. Απαιτεί υψηλή σχετική υγρασία ατμόσφαιρας μεγαλύτερη από 60% για ικανοποιητική επικονίαση και παραγωγή. Επίσης, είναι απαραίτητη η τεχνητή επικονίαση, προκειμένου να έχουμε αυξημένη καρπόδεση και παραγωγή καλοσχηματισμένων καρπών. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο, αλλά και με εμβολιασμό σε σπορόφυτα ή με μοσχεύματα. Η τσεριμόγια είναι ευαίσθητη στους παγετούς, τις πολυ υψηλές θερμοκρασίες και τους ισχυρούς ανέμους. Η μέση μέγιστη θερμοκρασία για βλάστηση πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 15-28 οC. Ευδοκιμεί σε ποικιλία εδαφών με καλή αποστράγγιση και αερισμό, αλλά αποδίδει καλύτερα σε αμμώδη έως αμμοπηλώδη εδάφη. Απαιτεί συχνό και καλό πότισμα τους καλοκαιρινούς μήνες, καθώς και υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία. Το κλάδεμα συνίσταται στη διαμόρφωση κυπελλοειδούς σχήματος και στην αφαίρεση των ξερών και προσβεβλημένων κλάδων. Η καλλιέργεια της τσεριμόγιας προωθείται στους Νομούς της Κρήτης, των Κυκλάδων, της Δωδεκανήσου, της Λακωνίας, της Μεσσηνίας, στα νησιά Κύθηρα, Αντικύθηρα, Πόρο και στην περιοχή της Τροιζηνίας και σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των 400 μέτρων από τη θάλασσα.