Σπόρος κάπαρη (Capparis spinosa) σε φάκελος των 10g. Κάθε γραμμάριο κάπαρης περιέχει περιπου 130-150 σπόρους και η σπορά πρέπει να γίνει σε σπορείο την Ανοιξη ή το Φθινώπορο για μεγαλήτερη επιτυχία. Σε κάθε στρέμα φυτεύονται 150-250 φυτά κάπαρης. Οι σπόροι κάππαρης που διαθέτουμε είναι μη γενετικά τροποποιημένοι. Πληροφορίες για την κάπαρη φυτό. Η κάππαρη ανήκει στο γένος των αγγειόσπερμων, δικότυλων φυτών και στην τάξη των Καππαρωδών, με περιπου 200 είδη δέντρων αλλά κυρίως θάμνων. Τα περισσότερα είδη φέρουν αγκάθια και βρίσκονται σε βραχώδεις και άνυδρες περιοχές των τροπικών και εύκρατων περιοχών της γης. Στη χώρα μας και στις υπόλοιπες Μεσογιακές χώρες βρίσκουμε το είδος Κάππαρις η κοινή (ή Κάππαρις η ακανθώδης, Capparis spinosa) η οποία είναι ένας έρπων θάμνος με μικρά αγκάθια και βλαστούς που διακλαδίζονται και απλώνονται στο έδαφος. Τα άνθη της φύονται μεμονωμένα, είναι μεγάλα και έχουν χρώμα λευκό. Τα άνθη της κάπαρης μαζεύονται πριν ανοίξουν, στο στάδιο που είναι ακόμα οφθαλμοί, και στη συνέχεια τοποθετούνται σε αλατισμένο νερό με ξύδι (τουρσί) φτιάχνοντας ετσι τη γνωστή κάππαρη του εμπορίου. Καπαρόκουμπο ή απλά κάπαρη, ονομάζεται το ανώριμο μπουμπούκι του φυτού, το οποίο συλλέγεται και συντηρείται ως τροφή. Πολλοί επίσης τρώνε και τα φύλλα της κάπαρης (καπαρόφυλλα), αφού πρώτα τα βράσουν τα οποία έχουν ελαφρώς πικρή γεύση, αλλά αρέσουν σε πολλούς. Η κάππαρη πολλαπλασιάζεται με σπόρο η με μόσχευμα. Παρόλο που η κάππαρη φυτρώνει εκεί που δεν την περιμένεις, και οι δύο τρόποι πολλαπλασιασμού στην πράξη έχουν κάποιες δυσκολίες. Οι σπόροι της κάππαρης έχουν μια εξωτερική φλούδα που είναι πολύ δύσκολο να διαπεραστεί από το νερό για να βλαστήσει το έμβρυο. Γι αυτό μετά τη σπορά θα πρέπει να είναι συνέχεια νωπό το χώμα του σπορείου. Ακόμη και όταν βλαστήσει ο σπόρος και βγούνε τα φυτά, σε κάθε θέση στο έδαφος φυτεύουμε συνήθως τρία με τέσσερα σπορόφυτα να επιζήσει σίγουρα το ένα. Η κάππαρη είναι πιθανόν το πιο ξηροφυτικό φυτό της Μεσογειακής ζώνης γιατί μπορεί να ζήσει όλο το Καλοκαίρι χωρίς νερό. Αναπτύσσεται σε μέρη που έχουν πλήρη ηλιοφάνεια (τα βλέπει ο ήλιος όλη μέρα) με ζεστό έως πολύ ζεστό Καλοκαίρι γιατι αντέχει και σε θερμοκρασίες πάνω από 40 βαθμούς Κελσίου. Το χειμώνα όμως είναι ευαίσθητη στο κρύο και δεν αντέχει πολύ τις παγωνιές και δεν αγαπά τα μέρη με υγρασία. Ευδοκιμεί πολύ καλά σε αργιλώδη, αμμώδη, πετρώδη, χαλικώδη εδάφη με λιγότερο από 1% οργανική ουσία. Είναι πραγματικά ένα αξιοθαύμαστο φυτό. Σε πολλές χώρες τη χρησιμοποιούν για να σχηματίσουν αντιπυρικές ζώνες γιατί ακόμα και σε διαστήματα μεγάλης παρατεταμένης ξηρασίας το φυτό δεν πέφτει σε θερινή νάρκη, αλλά διατηρεί τους χυμούς και στους ιστούς της πράσινους. Συνήθως φύεται μόνη της σε πετρώδη σκληρά εδάφη και σε σχισμές απόκρημνων βράχων πολύ κοντά στην θάλασσα. Στη μαγειρική χρησιμοποιείται ως καρύκευμα σε διάφορες σαλάτες, σε ποικιλία από τουρσιά και σε σάλτσες. Η γεύση της είναι πικάντικη και ελαφρώς καυτερή και αυτό οφείλεται στην ύπαρξη τού σιναπέλαιου που απελευθερώνεται από τους ιστούς του φυτού. Ο φλοιός τής ρίζας χρησιμοποιείται στη θεραπεία διαφόρων παθήσεων όπως αρθρίτιδες, ρευματισμοί και πονόδοντοι. |